κανένας δεν δρασκέλιζε το κατώφλι της για παρέα και στο δρόμο που πάντα βάδιζε αργά αργά κανένας δεν την καλημέριζε και δεν της μιλούσε….Με την πενιχρή συνταξούλα της, στην αρχή κάθε μήνα πήγαινε πάντα στο παντοπωλείο της γειτονιάς της και προπλήρωνε τα τρόφιμά της μέχρι τέλους του μήνα και της τα έφερναν λίγα λίγα στο σπίτι….Μέχρι που κάποιο μήνα δεν εμφανίστηκε στο μαγαζί καθόλου κι ο παντοπώλης επειδή ανησύχησε
πήγε να τη δει….Τι είχε συμβεί, όμως; Όπως του εξιστόρησε η γριούλα, έδωσε όλη τη σύνταξή της κι αγόρασε από τη λαϊκή αγορά της
γειτονιάς ένα κλουβί! Μέσα είχε ένα παπαγάλο που μιλούσε Ήξερε τρεις λέξεις μόνο! «καλημέρα» και «τι κάνεις» Ήταν ακριβώς αυτές που είχε χρόνια να ακούσει! Στην απορία του παντοπώλη, η απάντησή της ήταν αφοπλιστική Την πείνα την ξεγελάς με οτιδήποτε, τη μοναξιά ποτέ και με τίποτα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου